Απόσπασμα από το βιβλίο «Η θεωρία του σκοπού της ζωής» του Νίτσε.
Ευγένεια και χυδαιότητα.
Οι χυδαίοι άνθρωποι βλέπουν τα ευγενικά και γενναιόφρονα αισθήματα σαν κάτι να τους λείπει, να τους λείπει η ορθότητα, άρα --να τους λείπει- , η αληθοφάνεια: όταν μιλούν γι' αυτό, κλείνουν πονηρά το μάτι, σαν να λένε: «κάποιο συμφέρον υπάρχει κρυμμένο πίσω απ' αυτό. Δεν μπορεί να δει κανείς τι υπάρχει μέσα σε όλα τα πράγματα», και υποψιάζονται πως το ευγενικό πλάσμα γυρεύει να κερδίσει κάτι μ' έναν ελιγμό. Όταν όμως πειστούν, με αναμφισβήτητο τρόπο, πως ο άνθρωπος αυτός δεν έχει καμιά εγωϊστική πρόθεση, και πως περιφρονεί το μικρό κέρδος, τότε βλέπουν τον άνθρωπο αυτό σαν ένα τρελό: του δείχνουν περιφρόνηση όταν τον βλέπουν να χαίρεται και γελούν με τη λάμψη των ματιών του. Και αναρωτιούνται:
«Πως μπορεί να είναι χαρούμενος όταν πάθει κάποια ζημιά! Πως μπορεί να ζητά να ζημιώσει. Σίγουρα το πάθος της ευγένειας θα είναι μπερδεμένο με κάποια αρρώστεια του λογικού!»
Τέτοιες ερωτήσεις κάνουν μέσα τους, έτσι σκέπτονται, όπως σκέπτεται κάποιος μπρος στη χαρά που αισθάνεται ένας τρελός για την έμμονη ιδέα του.
Μια χυδαία φύση αναγνωρίζεται εύκολα αν προσέξει κανείς δύο βασικά πράγματα. Πρώτον --μια χυδαία φύση- , δεν λησμονά ποτέ ποιο είναι το συμφέρον της, δεύτερον, η μανία αυτή του σκοπού του κέρδους, είναι σ' αυτή πιο ισχυρή, παρά το βίαιο ένστικτο. Μέλημα της και αξιοπρέπεια της είναι το να μην παρασύρεται από την άλογη παρόρμηση σε άκαιρες πράξεις. Η ανώτερη φύση είναι πιο παράλογη και αυτό γιατί ο ευγενής ο γενναιόφρων άνθρωπος υπακούει στα ένστικτα του. Στις πιο καλές στιγμές του σταματάει το μυαλό του. Ένα αρσενικό ζώο που προστατεύει τα μικρά του βάζοντας σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή, ή που ακολουθεί το θηλυκό στον θάνατο, την εποχή του οργασμού, δεν λογαριάζει τον κίνδυνο, ούτε καν αυτόν τον ίδιο τον θάνατο, κι αυτή γιατί ακόμα η λογική του σταματά, η ευχαρίστηση που του προσφέρουν τα μικρά του ή το θηλυκό του και ο φόβος μη τύχει και τα αποχωρισθεί το κυριεύουν ολοκληρωτικά, γίνεται πιο ζώο από ό,τι συνήθως είναι, όπως ακριβώς συμβαίνει στον ευγενικό, στον γενναιόφρονα άνθρωπο. Μέσα του ο ευγενικός άνθρωπος έχει ένα συγκεκριμένο αριθμό αισθημάτων, είτε έλξεις είτε απωθήσεις είναι αυτές, που μιλάνε με τόση δύναμη που μπροστά τους η διάνοια δεν μπορεί να κάνει τίποτ' άλλο παρά να σωπάσει ή και να παραδοθεί και να γίνει υπηρέτης τους: η καρδιά αλλάζει θέση, ανεβαίνει στον εγκέφαλο και τότε μιλάμε για πάθος». Βέβαια, συμβαίνει πολλές φορές να δημιουρ